Menu
E-shop
«Μαμά! Μπαμπά! Ελάτε να παίξουμε!» Όταν τα παιδιά μας μάς καλούν να παίξουμε

«Μαμά! Μπαμπά! Ελάτε να παίξουμε!» Όταν τα παιδιά μας μάς καλούν να παίξουμε

«Πολλές φορές κανονίζω να έρθουν φίλοι των παιδιών στο σπίτι για να παίξουν. Για να παίξουν εκείνα… όχι εγώ!».

«Ελπίζω τώρα που θα έρθουν τα δώρα του Αϊ-Βασίλη να ασχοληθούν με τις ώρες μαζί τους…».

«Εγώ δεν είμαι μία μαμά που παίζω με τα παιδιά μου. Βαριέμαι να παίζω, έχω τόσες δουλειές να κάνω…».

Οι παραπάνω φράσεις πιθανώς, να ακούγονται οικείες. Άλλες ίσως, τις έχουμε ξεστομίσει εμείς κι άλλες τις έχουν ξεστομίσει κοντινοί μας άνθρωποι. Μέσα σε μία καθημερινότητα με φορτωμένο από δραστηριότητες κι υποχρεώσεις πρόγραμμα, το παιχνίδι με το παιδί ίσως, για πολλούς από εμάς,  είναι «το κερασάκι στην τούρτα». Η ανάγκη να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της ζωής, πολλές φορές, μας γεμίζει ένταση, εκνευρισμό κι αγωνία. Σε μία τέτοια ζωή πώς να χωρέσει το παιχνίδι με το παιδί μας;

Σε αυτό το σημείο ίσως, θα βοηθούσε, να αναφερθούμε εν συντομία στον τρόπο που βιώνεται ο γονεϊκός ρόλος σήμερα, στο πλαίσιο μίας δυτικής παιδοκεντρικής κοινωνίας. Οι περισσότεροι γονείς είναι «απορροφημένοι και επικεντρωμένοι στα παιδιά τους» σύμφωνα με τον David Lancy, Επίτιμο Καθηγητή Ανθρωπολογίας του Παν/μίου της Γιούτα. Η ευχαρίστηση του παιδιού που προκύπτει από την ικανοποίηση των αναγκών και των επιθυμιών του αποτελεί σκοπό για πολλούς γονείς. Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, πόσο επιτρέπουμε στον εαυτό μας να παραδεχθεί ότι βαριόμαστε να παίξουμε με το παιδί μας; Όταν μας διακατέχει το άγχος του να είμαστε καλοί γονείς, πώς να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να παραδεχθεί ότι δε ξέρουμε πώς να το κάνουμε (ή ότι έχουμε ξεχάσει);

Επειδή λοιπόν, συχνά δυσκολευόμαστε να απελευθερωθούμε από τις ενοχές που συνήθως βιώνουμε, όταν πιστεύουμε ότι δεν είμαστε οι «τέλειοι γονείς» που φανταζόμαστε, συνήθως βρίσκουμε τον εαυτό μας «μπλεγμένο» σε ένα παιχνίδι με το παιδί μας στο οποίο παραβιάζονται αρκετά από τα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού (βλ. παρακάτω).

Σύμφωνα με την Alison Gopnik (2016), το παιχνίδι έχει πέντε χαρακτηριστικά:

1. Το παιχνίδι δεν είναι εργασία.
2. Το παιχνίδι είναι ευχάριστο.
3. Το παιδί εμπλέκεται στο παιχνίδι που έχει επιλέξει οικειοθελώς.
4. Το παιχνίδι προϋποθέτει συνθήκες ασφάλειας για να λάβει χώρα.
5. Το παιχνίδι χαρακτηρίζεται από επανάληψη και μεταβλητότητα.

Οι συνήθεις λοιπόν, καταστάσεις στις οποίες βρισκόμαστε οι γονείς, όταν το παιχνίδι «επιβάλλεται» για να ανταποκριθούμε στο ρόλο του «τέλειου γονέα» είναι να επιτρέψουμε στα παιδιά να κυριαρχήσουν στο παιχνίδι αγνοώντας τους κανόνες, τις επιθυμίες των συμπαικτών και την ασφάλεια όλων. Από την άλλη, εξίσου πιθανό είναι για τους ίδιους λόγους, οι γονείς να κυριαρχήσουμε στο παιχνίδι των παιδιών, προκειμένου αυτό να γίνει «εκπαιδευτικό».

Έχουμε παίξει μόνοι μας, με συνομηλίκους, με γιαγιάδες και παππούδες κι ίσως, και με τους γονείς μας. Κι έχουμε αναμνήσεις. Αλήθεια, τί θυμόμαστε από τα παιχνίδια μαζί τους;

Αν γυρίσουμε λίγο στον εαυτό μας, ίσως μπορέσουμε να βρούμε κάποιες απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα. Όλοι σίγουρα έχουμε παίξει κάποια στιγμή στη ζωή μας. Έχουμε παίξει μόνοι μας, με συνομηλίκους, με γιαγιάδες και παππούδες κι ίσως, και με τους γονείς μας. Κι έχουμε αναμνήσεις. Αλήθεια, τί θυμόμαστε από τα παιχνίδια μαζί τους; Το κρυφτό, τα επιτραπέζια παιχνίδια, τις μεταμφιέσεις, τις κατασκευές; Μέσα από τις δραστηριότητες που ο καθένας μπορεί να φέρνει στο μυαλό του τούτη τη στιγμή, ίσως το κυρίαρχο κι αυτό που μας ζεσταίνει την καρδιά είναι η ατμόσφαιρα που περιβάλλει το παιχνίδι: το συναίσθημα του ενήλικα προς εμάς, η φροντίδα, ο χρόνος που αφιερώνει, η σχέση του μαζί μας…

Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να δημιουργήσουμε μία τέτοια ατμόσφαιρα;

  • Ακολουθούμε τις επιθυμίες του παιδιού, αρκεί να είναι ασφαλές.
  • Αποφεύγουμε να κυριαρχούμε στο παιχνίδι και να παίζουμε για εμάς.
  • Ακούμε αποφεύγοντας να λέμε στο παιδί τί να κάνει.
  • Καθρεφτίζουμε στο παιδί τι κάνει και το ενθαρρύνουμε να συνεχίσει το παιχνίδι.
  • Επιτρέπουμε τον πειραματισμό και τα λάθη.
  • Επιβραβεύουμε την προσπάθεια.
  • Δίνουμε χρόνο.
  • Γελάμε μαζί του.

Το παιχνίδι δεν είναι καθήκον, είναι ευχαρίστηση. Πόσο έχουμε μάθει εμείς να «παίζουμε» στη ζωή μας και να ευχαριστιόμαστε; Είτε παίζουμε με το παιδί μας, είτε μαγειρεύουμε, είτε βρισκόμαστε με φίλους, είτε οργανώνοντας την πολύπλοκη ζωή μας… Όταν λοιπόν, τα παιδιά μας μάς καλούν να παίξουμε μαζί τους, ίσως μας θυμίζουν μία ξεχασμένη, περιθωριοποιημένη μας πλευρά που ζητάει να αφυπνιστεί και… να μπει στο παιχνίδι! Αφεθείτε λοιπόν και παίξτε!

Ράνια Καραμπά 
Ψυχολόγος, M.Sc. in Child Development 
raniakaraba@yahoo.gr