Menu
E-shop
Μαθησιακές δυσκολίες: Ποιες είναι και πώς θα τις αναγνωρίσουμε;

Μαθησιακές δυσκολίες: Ποιες είναι και πώς θα τις αναγνωρίσουμε;

Αν κρίνει κανείς από τον κοντινό του περίγυρο, τα παιδιά με προβλήματα μαθησιακών δυσκολιών μοιάζει να έχουν αυξηθεί δραματικά στην εποχή μας. Το ίδιο και τα αρμόδια κέντρα αντιμετώπισης τέτοιων προβλημάτων. Τι συμβαίνει άραγε; Είναι πράγματι περισσότερο συχνές στις μέρες μας οι μαθησιακές δυσκολίες ή εμείς οι γονείς ανησυχούμε υπερβολικά με την παραμικρή ένδειξη και βιαζόμαστε να πάμε στον ειδικό; Τώρα που τα σχολεία άρχισαν, ας εξετάσουμε ποιες είναι οι σημαντικότερες μαθησιακές δυσκολίες και πότε πρέπει να αναζητήσουμε βοήθεια.

Γνωριμία με τον «εχθρό»

Με τον όρο «μαθησιακές δυσκολίες» αναφερόμαστε σε μια ανομοιογενή ομάδα διαταραχών που αντιμετωπίζει ένα παιδί και έχουν όλες ένα κοινό αποτέλεσμα: τη μειωμένη ικανότητά του να μάθει και να επικοινωνήσει αποτελεσματικά.
Πώς τις αναγνωρίζουμε; Όταν η επίδοση ενός μαθητή στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και τη γραπτή έκφραση είναι πολύ χαμηλή σε σχέση με τη χρονολογική του ηλικία του και το γενικότερο επίπεδο της τάξης του.
Πράγματι οι μαθησιακές δυσκολίες συνιστούν σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα, καθώς παρουσιάζονται στο 5%-10% των μαθητών και είναι πιο συχνές στα αγόρια. Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, αποτελούν νευρολογική διαταραχή και είναι συνήθως κληρονομικής φύσης. Η πιο συχνή μαθησιακή δυσκολία έχει να κάνει με την ικανότητα της ανάγνωσης, ενώ πολλές φορές σε ένα παιδί με τέτοιου είδους προβλήματα συνυπάρχει και η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) που επιδεινώνει τα πράγματα. Ας δούμε όμως ποιες είναι οι πιο συνηθισμένες δυσκολίες και πώς θα τις αναγνωρίσουμε, ώστε να μπορέσουμε να βοηθήσουμε εγκαίρως το παιδί.

Δυσλεξία

Πρόκειται για την πιο γνωστή μαθησιακή δυσκολία και επηρεάζει τον λόγο σε επίπεδο ανάγνωσης, ορθογραφίας και γραπτής έκφρασης. Και ενώ σε όλα τα παραπάνω το παιδί αντιμετωπίζει δυσκολίες, η πιο χαρακτηριστική ένδειξη είναι η καθρεπτική γραφή, όταν δηλαδή αντικαθιστά γράμματα με όμοιά τους ή με αριθμούς, για παράδειγμα το ε με το 3. Μπορεί επίσης να μπερδεύει και λέξεις που μοιάζουν όπως «νόμος» και «μόνος». Σημαντικό είναι να μη βιαστούμε να βγάλουμε συμπέρασμα για έναν μαθητή της πρώτης δημοτικού που μαθαίνει τώρα να γράφει και να διαβάζει και δεν αποκλείεται να έχει τέτοιες δυσκολίες και υπό φυσιολογικές συνθήκες. Αν υπάρχει κληρονομικότητα όμως στην οικογένεια, τότε καλό είναι να το ψάξουμε.

Δυσαναγνωσία

Όπως φαίνεται και από το όνομά της η δυσκολία αυτή έχει να κάνει με την αδυναμία του μαθητή να επεξεργαστεί οπτικά τον λόγο και να τον διαβάσει. Με απλά λόγια, το παιδί δεν μπορεί να διαβάσει σωστά, ούτε και να καταλάβει το νόημα του κειμένου. Η ανάγνωση γίνεται είτε υπερβολικά αργά, είτε άστατα, δηλαδή χωρίς να σταματάει ο μαθητής στα σημεία στίξης, είτε με το κεφάλι να ακολουθεί τις λέξεις για να μην «τις χάσει». Συχνά παραλείπονται φθόγγοι ή συλλαβές, ακόμη και σε απλές λέξεις, ακόμη και ολόκληρες λέξεις ή και σειρές.

Δυσγραφία ή δυσορθογραφία

Μη βιαστείτε να χαρακτηρίσετε κάθε παιδί που κάνει άσχημα γράμματα και είναι ανορθόγραφο ως δυσγραφικό. Για να αρχίσετε να ανησυχείτε για κάτι τέτοιο, θα πρέπει να παρατηρείτε συστηματικά και για μεγάλο διάστημα μετά την πρώτη εξοικείωσή του με τη γραφή, προβλήματα όπως παράλειψη κεφαλαίων γραμμάτων, μεγάλα ή ανύπαρκτα κενά ανάμεσα στις λέξεις, αδυναμία γραφής των γραμμάτων σε μία ίσια σειρά, παράλειψη φθόγγων σε απλές λέξεις και μεγάλη ακαταστασία στο τετράδιο. Οι δυσκολίες αυτές μπορεί να συνυπάρχουν με κακό πιάσιμο του μολυβιού ή χειρισμό του ψαλιδιού.

Δυσαριθμησία

Το παιδί δυσκολεύεται να κατανοήσει αριθμητικές έννοιες, όπως η πρόσθεση και η αφαίρεση, μπερδεύει την προπαίδεια και τα πρόσημα (+, -), συγχέει τη λογική σειρά των αριθμών, των ημερών και των μηνών, ενώ του φαίνεται δύσκολο να κάνει προσθέσεις που υπερβαίνουν τη δεκάδα. Δεν αποκλείεται να μην μπορεί με ευκολία να «ανεβεί» ανά 2, 5 ή 10 αριθμούς και ενδέχεται στις κάθετες πράξεις να προσθέτει και να αφαιρεί με άτακτη σειρά, όπως το «βολεύει» εκείνο κι όχι όπως είναι το σωστό.

Πότε χτυπάει το… κουδούνι;

Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι οι μαθησιακές δυσκολίες αυτού του είδους διαγιγνώσκονται στις πρώτες τάξεις του δημοτικού και πάντα σε συνεννόηση με τον δάσκαλο του παιδιού. Ωστόσο η πρώτη δημοτικού δεν είναι η πιο ασφαλής χρονική στιγμή για να μπει στο παιδί μια τέτοια ταμπέλα, ακριβώς επειδή δεν έχει ακόμη εξοικειωθεί με τη διαδικασία της μάθησης και είναι πολύ πιθανό να κάνει ακόμη και όλα τα παραπάνω λάθη. Η πρώτη δημοτικού όμως είναι μια καλή χρονική στιγμή για να εντοπίσουμε και να παρακολουθήσουμε τυχόν δυσκολίες.
Συχνά οι μαθησιακές δυσκολίες συνοδεύονται και από άλλα προβλήματα όπως κοινωνική απομόνωση, υψηλά επίπεδα άγχους και φόβου, αδυναμία συγκέντρωσης, έλλειψη οργάνωσης ακόμη και παραβατικότητα. Το πιο συχνό όμως ταίρι των παραπάνω δυσκολιών είναι η ΔΕΠ-Υ, η οποία μπορεί να προϋπάρχει και να δυσχεραίνει την κατάσταση. Η ΔΕΠ-Υ είναι η δεύτερη πιο συχνή μαθησιακή δυσκολία και τα παιδιά που την έχουν, παρουσιάζουν έντονη δραστηριότητα και ελάχιστη διάρκεια προσοχής, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρώνουν τη διαδικασία της μάθησης και να εμφανίζουν κενά.

Η ΔΕΠ-Υ «μπερδεύει»

Όσον αφορά τη ΔΕΠ-Υ υπάρχει ένα παράδοξο. Ενώ τα τυπικά χαρακτηριστικά της συνήθως παρουσιάζονται μεταξύ 3-5 ετών και ενώ η έγκαιρη διάγνωση είναι πράγματι σημαντικότατη για την εξέλιξη της θεραπείας, ασφαλής διάγνωση δεν μπορεί να γίνει πριν από τα 6-7 έτη, σύμφωνα με τους αναπτυξιολόγους. Και αυτό επειδή στην προσχολική ηλικία το 40% των παιδιών παρουσιάζουν διάσπαση και υπερκινητική συμπεριφορά ούτως ή άλλως. Τα παιδιά με ΔΕΠΥ ωστόσο διαφέρουν σε σημαντικό βαθμό από τα συνομήλικά τους ως προς την ικανότητα: 1) να εστιάσουν την προσοχή τους, 2) να ελέγξουν τις παρορμήσεις τους, 3) να ελέγξουν την κινητικότητά τους.
Για να ανιχνευθεί επιτυχώς η ΔΕΠ-Υ, είναι απαραίτητα τουλάχιστον τρία ραντεβού των 90 λεπτών με παιδοψυχίατρο, το ένα με τους γονείς και τα δύο με το παιδί, καθώς και ιατρικές εξετάσεις για να αποκλειστούν άλλες αιτίες της υπερκινητικότητας – για παράδειγμα δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα.

Θυμηθείτε!

Σαφώς η κάθε διαταραχή εκδηλώνεται διαφορετικά από παιδί σε παιδί, καθώς κάθε άνθρωπος έχει τη δική του ιδιοσυγκρασία. Σε κάθε όμως περίπτωση η έγκαιρη και έγκυρη παρέμβαση είναι θεμιτή, διότι μπορεί να φέρει σημαντικά αποτελέσματα. Οι γονείς συχνά ανησυχούν υπερβολικά και προστρέχουν στους ειδικούς, είναι αλήθεια. Πλην όμως όσο πιο γρήγορα εντοπιστεί ένα πρόβλημα, τόσο πιο εύκολα θα λυθεί. Άρα, το να βρίσκεστε κοντά στη μελέτη ενός παιδιού της πρώτης δημοτικού, με ψυχραιμία και αυξημένη παρατηρητικότητα, δεν είναι κακό. Αν κάτι σας ανησυχήσει, πρώτα ο δάσκαλος και μετά ο κατάλληλος ειδικός θα μπορέσουν να βοηθήσουν.